Հեկտոր
Αρμενικά (hy) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Հեկտոր < προέλευσης από την αρχαία ελληνική Ἕκτωρ
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /hɛɡˈdɔɾ/ (δυτική αρμενική)
- ⓘ
Κύριο όνομα επεξεργασία
Հեկտոր (hy) (Hektor) αρσενικό
Հեկտոր (hy) (Hektor) αρσενικό