кислород
Βουλγαρικά (bg)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαкислород (bg) αρσενικό
- το οξυγόνο
Ρωσικά (ru)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαкислород (ru)
- το οξυγόνο
Ουσιαστικό
επεξεργασίαкислород (mk)
- το οξυγόνο
кислород (bg) αρσενικό
кислород (ru)
кислород (mk)