Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ψοφολογήσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος ψοφολογώ
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ψοφολογώ
  3. θα ψοφολογήσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ψοφολογώ