Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ψάλει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος ψάλλω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ψάλλω
  3. θα ψάλει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ψάλλω