χρωματικό σφάλμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χρωματικό σφάλμα < → δείτε τις λέξεις χρωματικός και σφάλμα
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαχρωματικό σφάλμα ουδέτερο
- (φυσική, τεχνολογία) οποιαδήποτε απόκλιση ή παραμόρφωση που οφείλεται σε διαφορά μήκους κύματος των χρωμάτων
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία χρωματικό σφάλμα
|