χαρακτηριστικώς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χαρακτηριστικώς < χαρακτηριστικός
Επίρρημα
επεξεργασίαχαρακτηριστικώς
- (λόγιο) → δείτε τη λέξη χαρακτηριστικά
Μεταφράσεις
επεξεργασία χαρακτηριστικώς
→ δείτε τη λέξη χαρακτηριστικά |