φιτιλάτο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
το φιτιλάτο (el) ουδέτερο
- παλαιού τύπου όπλο
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
το φιτιλάτο (el) ουδέτερο
Μεταφράσεις επεξεργασία
- αγγλικά : matchlocked (en), matchlock gun, matchlock rifle, matchlock firearm, matchlock handgun, matchlock pistol