Ετυμολογία

επεξεργασία
φερένικος < φέρω και νίκη

  Επίθετο

επεξεργασία

φερένικος

  1. που φέρνει τη νίκη
  2. ο Φερένικος, άλογο του βασιλιά Ιέρωνα