Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

φεγγοβολήσουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος φεγγοβολώ
  2. θα φεγγοβολήσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος φεγγοβολώ