φαλλῖτις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαφαλλῖτις λέξη της καθαρεύουσας < φαλλός + -ίτις
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφαλλῖτις θηλυκό
- φλεγμονή του φαλλού
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία φαλλῖτις
|
φαλλῖτις λέξη της καθαρεύουσας < φαλλός + -ίτις
φαλλῖτις θηλυκό
|