Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

υποαλπική λίμνη < → δείτε τις λέξεις υποαλπικός και λίμνη

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

υποαλπική λίμνη θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία