Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

υγράνει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος υγραίνω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος υγραίνω
  3. θα υγράνει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος υγραίνω