Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τσίτα του τσίτα < τσιτώνω

  Έκφραση επεξεργασία

τσίτα του τσίτα

  • τσίτωμα στο τσίτωμα
  • δημώδης σκωπτικός χαρακτηρισμός προσώπου μετά από επανειλημμένα λίφτιγκ

  Μεταφράσεις επεξεργασία