Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Έκφραση επεξεργασία

τρίβω τα χέρια μου (el)

  • αναμένω να πετύχω ή πέτυχα κάτι θετικό για εμένα ή τον στόχο μου (συχνά υπάρχει δόλος ή αυτοσαρκασμός μα όχι πάντα)

  Μεταφράσεις επεξεργασία