Ετυμολογία

επεξεργασία
σόουμαν < αγγλική showman

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σόουμαν αρσενικό άκλιτο (θηλυκό: σοουγούμαν)

  Μεταφράσεις

επεξεργασία