Ετυμολογία

επεξεργασία
συνεπαίρνω < λείπει η ετυμολογία

συνεπαίρνω

  • παρασύρω
  • φέρνω κάποιον σε κατάσταση έντονης συναισθηματικής έξαρσης

  Μεταφράσεις

επεξεργασία