Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

συμφάγουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος συντρώγω
  2. θα συμφάγουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος συντρώγω