Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

σμίξω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος σμίγω
  2. θα σμίξω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος σμίγω