Ετυμολογία

επεξεργασία
σκοταῖος < σκότος

  Επίθετο

επεξεργασία

σκοταῖος, αία, αῖον

ἐλείπετο τῆς νυκτὸς ὅσον σκοταίους διελθεῖν τὸ πεδίον : όσο ακόμα κρατούσε η νύχτα για να διασχίσουν το πεδίο στα σκοτεινά (προτού τους πιάσει το φως της ημέρας)
ὁ Κῦρος ἤδη σκοταῖος ἀναγαγὼν ἐστρατοπεδεύσατο ἐν Θυμβράροις: επειδή είχε πια νυχτώσει, ο Κύρος στρατοπέδευσε ...