Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
μανίκι τύπου ρεγκλάν

  Ετυμολογία επεξεργασία

ρεγκλάν < (λόγιο δάνειο) γαλλική raglan[1] < από το όνομα του διοικητή του αγγλικού στρατού στην Κριμαία λόρδου Raglan που φορούσε το είδος αυτών των μανικιών

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ρεγκλάν ουδέτερο άκλιτο

  • μανίκια χωρίς μανικοκόλληση που αποτελούν μια ενότητα με το λαιμό και τους ώμους

  Μεταφράσεις επεξεργασία