Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

προτελευταίως < μεσαιωνική ελληνική προτελευταῖ(ος) + -ως

  Επίρρημα επεξεργασία

προτελευταίως

  Πηγές επεξεργασία