Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

προσκολλήσω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος προσκολλώ
  2. θα προσκολλήσω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος προσκολλώ