Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 

  Ετυμολογία επεξεργασία

ποπκόρν < αγγλικά popcorn

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ποπκόρν ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία