Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

πλαγιοποδίσουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος πλαγιοποδίζω
  2. θα πλαγιοποδίσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος πλαγιοποδίζω