Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

πειθαναγκαστώ

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος πειθαναγκάζομαι
  2. θα πειθαναγκαστώ: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος πειθαναγκάζομαι