Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

πατηθώ

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος πατιέμαι
  2. θα πατηθώ: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος πατιέμαι