Ετυμολογία

επεξεργασία
παράφυλλον (μαρτυρείται από το 1852) [1] < → και δείτε τη λέξη παράφυλλο

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

παράφυλλον, -ου ουδέτερο

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. παράφυλλα - σελ. 781, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου