Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παιδιόθεν
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.3
Δείτε επίσης
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
παιδιόθεν
< (
ελληνιστική κοινή
) <
παιδίον
+
-θεν
Επίρρημα
επεξεργασία
παιδιόθεν
από την
παιδική
ηλικία
κάποιου, από τότε που ήταν
παιδί
Δείτε επίσης
επεξεργασία
νηπιόθεν
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παιδιόθεν