Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ξαναρίχνω < ξανά + ρίχνω

  Ρήμα επεξεργασία

ξαναρίχνω

ξαναρίξε μια ματιά αν θέλεις στην εργασία μου, έχω κάνει μερικές διορθώσεις
πέτυχε εξάρες και ξανάριξε τα ζάρια

  Μεταφράσεις επεξεργασία