Ετυμολογία

επεξεργασία
ντεκρετσέντο < ιταλική decrescendo

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ντεκρετσέντο ουδέτερο

→ δείτε τη λέξη ντεκρεσέντο

  Επίρρημα

επεξεργασία

ντεκρετσέντο

→ δείτε τη λέξη ντεκρεσέντο