ντέρμπι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαντέρμπι ουδέτερο άκλιτο
- αγώνας μεταξύ πολύ δυνατών αντιπάλων. Αγώνας κορυφής.
- αγώνας μεταξύ ισάξιων αντιπάλων με αβέβαιο αποτέλεσμα. Αμφίρροπος αγώνας.
- Είναι πολύ δύσκολο να προβλέψεις τον νικητή. Ο αγώνας είναι ντέρμπι.