Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

νοσηλευτεί

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος νοσηλεύομαι
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος νοσηλεύομαι
  3. θα νοσηλευτεί: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος νοσηλεύομαι