μπλεμαρέν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μπλεμαρέν < γαλλική bleu marine (μπλε του ναυτικού)
Επίθετο
επεξεργασίαμπλεμαρέν άκλιτο
Μεταφράσεις
επεξεργασία μπλεμαρέν
→ δείτε τη λέξη μπλε μαρέν |
μπλεμαρέν άκλιτο
→ δείτε τη λέξη μπλε μαρέν |