Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μπίζνεσμαν
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
μπίζνεσμαν
<
αγγλική
businessman
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μπίζνεσμαν
αρσενικό
άκλιτο
(
επάγγελμα
) ο
επιχειρηματίας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μπίζνεσμαν