Ετυμολογία

επεξεργασία
μαχαίρα < μαχαίρι.

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μαχαίρα θηλυκό

  • Μεγάλο μαχαίρι.
Τράβηξε τη μαχαίρα και μας απειλούσε.

  Μεταφράσεις

επεξεργασία