μαυροκούκι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μαυροκούκι < μαυρο-, μαυροκούκκι < μεσαιωνική ελληνική μαυροκόκκιν
Ουσιαστικό επεξεργασία
μαυροκούκι ουδέτερο
- αρωματικό σαν μαύρο σουσάμι (στην όψη) και στη γεύση πικάντικο (χρησιμοποιείται σε κουλούρια, αλμυρά και γλυκά)
Μεταφράσεις επεξεργασία
μαυροκούκι
|