Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

λιθόστρωσις (μαρτυρείται από το 1871) [1] → και δείτε τη λέξη λιθόστρωση

  Ουσιαστικό επεξεργασία

λιθόστρωσις, -εως θηλυκό

  Αναφορές επεξεργασία

  1. σελ. 607, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου