κούτσα κούτσα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κούτσα κούτσα < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα
επεξεργασίακούτσα κούτσα
- κουτσαίνοντας
- (γενικότερα) με δυσκολία
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία κούτσα κούτσα
|
κούτσα κούτσα
|