Ετυμολογία

επεξεργασία
κονφί < γαλλική confit

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κονφί ουδέτερο άκλιτο

  • τρόπος συντήρησης φαγητού, είτε με τη χρήση λίπους, ζάχαρης ή αλατιού

  Μεταφράσεις

επεξεργασία