Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

κατονομάσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κατονομάζω
  2. θα κατονομάσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κατονομάζω