Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

καματάρηδες

  1. καματάρης, στην ονομαστική του πληθυντικού
  2. καματάρης, στην αιτιατική του πληθυντικού
  3. καματάρης, στην κλητική του πληθυντικού