Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

καθαρογράψουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος καθαρογράφω
  2. θα καθαρογράψουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος καθαρογράφω