Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ζωναράδικος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
ζωναράδικος
<
ζωνάρι
+
-άδικος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ζωναράδικος
αρσενικό
παραδοσιακός χορός από τη
Θράκη
στον οποίο οι χορευτές πιάνονται από τα
ζωνάρια
τους
Δείτε επίσης
επεξεργασία
ζωναράδικος
στη
Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ζωναράδικος