Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ζωγραφιστώ

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ζωγραφίζομαι
  2. θα ζωγραφιστώ: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ζωγραφίζομαι