Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ζοριστεί

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος ζορίζομαι
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ζορίζομαι
  3. θα ζοριστεί: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ζορίζομαι