Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

εὐκάμπτως < {{ετυ|grc|kath|εὔκαμπτος|εὔκαμπτ(ος)]] + -ως

  Επίρρημα επεξεργασία

εὐκάμπτως

  Πηγές επεξεργασία