Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επιτρεπτώς
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
επιτρεπτώς
<
επιτρεπτός
Επίρρημα
επεξεργασία
επιτρεπτώς
(
λόγιο
) κατά τρόπο
επιτρεπτό
Μεταφράσεις
επεξεργασία
επιτρεπτώς
γαλλικά
:
loisiblement
(fr)