Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

εξηντάρηδες

  1. εξηντάρης, στην ονομαστική του πληθυντικού
  2. εξηντάρης, στην αιτιατική του πληθυντικού
  3. εξηντάρης, στην κλητική του πληθυντικού