Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εξημερωμένο είδος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Σύνθετο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
το
εξημερωμένο είδος
(el)
ουδέτερο
,
ενικός
τα
εξημερωμένα είδη
(el)
πληθυντικός
βλέπε:
εξημέρωση
[1]