ενάλιος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- ενάλιος → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
ενάλιος
- ο υποθαλάσσιος
- ⮡ ο ενάλιος πλούτος
- ⮡ η εφορία εναλιών αρχαιοτήτων
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ενάλιος
|